ΕΠΑνΕΚ - ΕΣΠΑ 2014-2020. Επιχειρησιακό Πρόγραμμα «Ανταγωνιστικότητα, Επιχειρηματικότητα και Καινοτομία 2014-2020»

2014- (σε εξέλιξη)

Στις παρυφές του όρους Αιγάλεω στο άλσος Χαϊδαρίου, σε θέση κομβική, παραπλεύρως της Ιεράς Οδού που από τους αρχαίους χρόνους ενώνει την Αθήνα με την Ελευσίνα, έχει κτιστεί η βυζαντινή Μονή Δαφνίου. Σύμφωνα με τον Παυσανία, στη συγκεκριμένη περιοχή βρισκόταν και το αρχαίο ιερό του Δαφναίου ή Δαφνίου Απόλλωνα.

Το μοναστήρι προστατεύεται από οχυρωμένο με πύργους και επάλξεις τετράγωνο περίβολο, με δύο πύλες εισόδου στην ανατολική και τη δυτική του πλευρά. Οι τέσσερις πλευρές έχουν μήκος περί τα 98 μέτρα η κάθε μία και πάχος περίπου 1 μέτρο. Σήμερα, μόνον η βόρεια πλευρά του περιβόλου διατηρεί τα βασικά χαρακτηριστικά της τυπολογίας των τειχών: δηλαδή τρεις προεξέχοντες τετραγωνικούς πύργους και εσωτερική τυφλή τοξοστοιχία, πάνω στην οποία διαμορφώνεται ο περίδρομος (διάδρομος) που περιέτρεχε τα τείχη και τις επάλξεις. Το τείχος ενίσχυαν δύο ακόμα πύργοι, ένας στη δυτική, ερειπωμένη σήμερα, πύλη, και ένας εσωτερικός στην ανατολική πύλη.

Κατά μήκος της βόρειας, ανατολικής και δυτικής πλευράς του οχυρού περιβόλου διατηρούνται ερείπια κτισμάτων, πιθανότατα των αρχικών κελιών.

Στο εσωτερικό του οχυρού δεσπόζει το Καθολικό (ο ναός της Μονής), στη νότια πλευρά του οποίου είχε διαμορφωθεί τετράγωνος αύλειος χώρος με τοξοστοιχίες και κελιά. Στα νότια και δυτικά του αύλειου χώρου ανασκαφικές έρευνες έφεραν στο φως αρχιτεκτονικά κατάλοιπα βοηθητικών κτισμάτων: κινστέρνα (δεξαμενή νερού), λουτρό, πιθανόν βιβλιοθήκη, κ.α. Βόρεια του Καθολικού διατηρούνται τα ερείπια της βυζαντινής Τράπεζας (τραπεζαρία).

Το Καθολικό χρονολογείται στον 11ο αι. και ανήκει στον οκταγωνικό τύπο, που υιοθετείται στους μεσοβυζαντινούς χρόνους σε μία σειρά σπουδαίων μνημείων, όπως τα Καθολικά της Μονής Οσίου Λουκά στο Στείρι Βοιωτίας και της Νέας Μονής Χίου. Κύριο χαρακτηριστικό του τύπου είναι οι μεγάλες διαστάσεις του τρούλου και ο τρόπος στήριξής του σε οκτώ πεσσούς, που διατάσσονται συμμετρικά στις πλευρές του ευρύχωρου, τετράγωνης κάτοψης, κεντρικού χώρου. Παρεκκλήσια καταλαμβάνουν τους γωνιακούς χώρους του κτίσματος.

Η εξαιρετικά φροντισμένη κατασκευή του Καθολικού, με ενσωματωμένα στην τοιχοποιία αρχαία μέλη, πλούσια κεραμοπλαστική διακόσμηση γύρω από τα παράθυρα και πολυτελή διάκοσμο στο εσωτερικό, με τα μοναδικής τέχνης επιτοίχια ψηφιδωτά και τον μαρμάρινο διάκοσμο, του οποίου ελάχιστα δείγματα σώζονται σήμερα, συνδέουν την ίδρυση του μνημείου με κύκλους της αυτοκρατορικής αυλής. Τα ψηφιδωτά που κοσμούν τις ψηλότερες επιφάνειες αποτυπώνουν εικαστικά το δόγμα της εκκλησίας, ακολουθώντας το καθιερωμένο εικονογραφικό πρόγραμμα των μεσοβυζαντινών ναών με τον Παντοκράτορα στον τρούλο, πλαισιωμένο από προφήτες, την Παναγία στην κόγχη του Ιερού, πλαισιωμένη από τους αρχαγγέλους, τις παραστάσεις του Ευαγγελισμού, της Γέννησης, της Βάπτισης και της Μεταμόρφωσης στα τέσσερα ημιχώνια κάτω από τον τρούλο, σκηνές από τη ζωή του Χριστού και της Παναγίας, αγίους και ιεράρχες.

Οι μορφές, με άριστες αναλογίες και συγκρατημένες κινήσεις, μοιάζουν ανάγλυφες καθώς προβάλλονται επάνω σε χρυσό βάθος, παραπέμποντας σε πρότυπα από την αρχαία ελληνική τέχνη. Η έκφραση στα πρόσωπα των αγίων χαρακτηρίζεται από υψηλό ήθος και ευγένεια, ενώ η απόδοση ιδιαίτερων χαρακτηριστικών γίνεται με σπάνια δεξιοτεχνία. Ο Παντοκράτορας στον τρούλο επιβάλλεται στον κεντρικό χώρο του ναού με το μέγεθος, την αυστηρότητα και συνάμα επιείκεια στην έκφραση, παραπέμποντας σε δίκαιο κριτή.

Μετά την καταστροφή των ορθομαρμαρώσεων (μαρμάρινη επένδυση τοίχων), ο διάκοσμος στα κατώτερα τμήματα του κυρίως ναού συμπληρώθηκε με τοιχογραφημένες παραστάσεις, πιθανότατα του 17ου αι., οι οποίες σώζονται αποσπασματικά και απεικονίζουν τη Δέηση, τη Θυσία του Αβραάμ, ολόσωμους αγίους, ιεράρχες και διακοσμητικά θέματα.

Σύγχρονος με το ναό είναι ο νάρθηκας στη δυτική πλευρά, ενώ λίγο αργότερα προστέθηκε εξωνάρθηκας (ή προστώο) με όροφο. Μετά από σοβαρές βλάβες που προκάλεσε ισχυρός σεισμός κατά τη διάρκεια της Φραγκοκρατίας (13ος-14ος αι.), οι Κιστερκιανοί μοναχοί (μοναστικό τάγμα της Ρωμαιοκαθολικής εκκλησίας), στους οποίους είχε παραχωρηθεί η Μονή από τον Δούκα των Αθηνών, Όθωνα ντε λα Ρος, έκαναν εκτεταμένες ανακατασκευές στον εξωνάρθηκα, ο οποίος τότε απέκτησε τη σημερινή του μορφή, με τα οξυκόρυφα τόξα στην πρόσοψη και τις επάλξεις στον όροφο. Δυτικά του εξωνάρθηκα στους όψιμους χρόνους της Τουρκοκρατίας (18ος αι.;) προσκολλήθηκε κτίσμα, με την αψίδα προς Βορράν, το οποίο από κάποιους μελετητές θεωρείται λειτούργησε ως παρεκκλήσι (το λεγόμενο «των Μπακάληδων») και από άλλους ως Τράπεζα.

Μετά την κατάληψη της Αθήνας από τους Τούρκους, το 1458, το μοναστηριακό συγκρότημα αποδόθηκε και πάλι στους ορθόδοξους μοναχούς, οι οποίοι, πιθανότατα το 16ο αιώνα, οικοδόμησαν περιμετρικά της μικρής αυλής νότια του καθολικού διώροφα κτήρια με κελιά, τράπεζα, αποθήκες και στοά. Κατά την Επανάσταση του 1821 η Μονή χρησιμοποιήθηκε περιστασιακά ως φρουραρχείο. Με την ίδρυση του Νεοελληνικού Κράτους (1830) ερημώθηκε και τελικά εγκαταλείφθηκε, αφού στέγασε για μικρό χρονικό διάστημα στρατώνα των Βαυαρικών στρατευμάτων (1838-1839) και το Δημόσιο Ψυχιατρείο (1883-1885).

Οι εργασίες στερέωσης και αποκατάστασης του συγκροτήματος και της συντήρησης του ψηφιδωτού διακόσμου του Καθολικού άρχισαν από τα τέλη του 19ου αιώνα από την Αρχαιολογική Εταιρεία και συνεχίζονται, περιοδικά, μέχρι σήμερα από την Αρχαιολογική Υπηρεσία. Μετά τον καταστροφικό σεισμό του 1999 οι εργασίες αποκατάστασης της Μονής εντατικοποιήθηκαν από τις αρμόδιες Υπηρεσίες του Υπουργείου Πολιτισμού, είτε με χρηματοδότηση από το Υπουργείο Πολιτισμού, είτε από Ευρωπαϊκά Προγράμματα (Γ΄ ΚΠΣ 2000-2006, ΕΣΠΑ 2007-2013 και ΕΣΠΑ 2014 – 2020).

Από το 1990, η Μονή Δαφνίου περιλαμβάνεται ως σειριακή (ενιαία) εγγραφή μαζί με τη Μονή Οσίου Λουκά στο Στείρι Βοιωτίας και τη Νέα Μονή της Χίου στον Κατάλογο Μνημείων Παγκόσμιας Πολιτιστικής Κληρονομιάς της UNESCO.

Η Εφορεία Αρχαιοτήτων Δυτικής Αττικής, στο πλαίσιο του ΕΣΠΑ 2014-2020, υλοποιεί, με αυτεπιστασία, τη δεύτερη φάση της αποκατάστασης του Μεγάλου Περιβόλου της μονής,  σε συνέχεια προηγούμενου έργου με τίτλο «ΑΠΟΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΜΕΓΑΛΟΥ ΠΕΡΙΒΟΛΟΥ ΤΗΣ Ι. Μ. ΔΑΦΝΙΟΥ, Α΄ ΦΑΣΗ», το οποίο υλοποιήθηκε στο πλαίσιο του ΕΣΠΑ 2007-2013 και αφορούσε την ανατολική, δυτική και νότια πλευρά, καθώς και εργασίες άρσης ετοιμορροπίας και τοπικών στερεώσεων στο Βόρειο Τείχος.

Το τρέχον έργο ΑΠΟΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΜΕΓΑΛΟΥ ΠΕΡΙΒΟΛΟΥ ΤΗΣ Ι. Μ. ΔΑΦΝΙΟΥ, Β΄ ΦΑΣΗ, το οποίο χρηματοδοτείται από το Επιχειρησιακό Πρόγραμμα «Ανταγωνιστικότητα, Επιχειρηματικότητα και Καινοτομία 2014-2020» με το ποσό των 1.200.00,00 ευρώ, συνεχίζει και ολοκληρώνει τις αναγκαίες επεμβάσεις για τη στερέωση - αποκατάσταση του δυτικότερου τμήματος της βόρειας πλευράς του Μεγάλου Περιβόλου, σε μήκος 39 μ. Ανάμεσα στις εργασίες που περιλαμβάνονται στο φυσικό αντικείμενο του έργου αναφέρονται καθαιρέσεις αλλοιωμένων επιχρισμάτων, αρμολογήματα, ενέματα και στερεώσεις, τοπικές ανοικοδομήσεις λιθοδομών, συντήρηση και συμπληρώσεις λατυποπαγών λίθων, συμπληρώσεις μορφής, και ενίσχυση της τοιχοδομίας με μεταλλικές ενισχύσεις, αποκατάσταση και επανατοποθέτηση επάλξεων. Οι εργασίες θα πραγματοποιηθούν με μεθόδους και υλικά συμβατά προς τη φύση του μνημείου Παγκόσμιας Κληρονομιάς της UNESCΟ, για τη διασφάλιση της εξέχουσας σημασίας του μνημείου.

Print
449

Theme picker

image


Η Εφορεία Αρχαιοτήτων Δυτικής Αττικής είναι Περιφερειακή Υπηρεσία του Υπουργείου Πολιτισμού και Αθλητισμού

Terms Of UsePrivacy StatementCopyright 2023 by Εφορεία Αρχαιοτήτων Δυτικής Αττικής
Back To Top