Church of Agios Georgios, site Orkos, Eleonas, Municipality of Megara
Ο Ι. Ναός Αγίου Γεωργίου βρίσκεται σε απόσταση περίπου 1 χλμ. νοτιοδυτικά των ναών του Χριστού και του Αγίου Αθανασίου, σε μία θέση του Ελαιώνα που ονομάζεται «Ορκός» ή «Αμπατζάδες», πολύ κοντά στις σήραγγες του αρχαίου υδραγωγείου που τροφοδοτούσε την Κρήνη του Θεαγένους, στην πόλη των Μεγάρων, η κατασκευή του οποίου αποδίδεται στο Μεγαρίτη Ευπαλίνο. Ο ναός χρονολογείται στο 12ο αι. και σήμερα σώζεται σε ημιερειπιώδη κατάσταση, η αρχική του όμως μορφή είναι γνωστή από παλαιότερες φωτογραφίες, όπου απεικονίζεται σχεδόν ακέραιος
Όπως και οι δύο γειτονικοί του ναοί, είναι και αυτός απλός τετρακιόνιος, σταυροειδής εγγεγραμμένος ναός, διαστάσεων 6,70 Χ 7,70 μ., με οκταγωνικό τρούλο, πρισματικής μορφής, που φέρει τέσσερα μονόλοβα παράθυρα με λίθινα αδιακόσμητα πλαίσια. Η αψίδα του Ιερού είναι τρίπλευρη εξωτερικά, ενώ και εδώ δεν διαμορφώνονται προεξέχουσες του περιγράμματος κόγχες Πρόθεσης και Διακονικού, τη λειτουργία των οποίων εξυπηρετούν δύο μικρά κογχάρια, ενσωματωμένα στο πάχος του ανατολικού τοίχου. Η προσπέλαση στο ναό γινόταν από μία θύρα στη νότια πλευρά, όπου ανοιγόταν και ένα παράθυρο στο τύμπανο της εγκάρσιας κεραίας του σταυρού, ενώ μία ακόμη θύρα υπήρχε στη δυτική πλευρά, η οποία φράχθηκε σε άγνωστο χρόνο.
Εξωτερικά, το μνημείο χαρακτηρίζεται από λιτότητα και αυστηρότητα των όψεων. Η τοιχοποιία απηχεί τα μορφολογικά χαρακτηριστικά του 12ου αι. και είναι κατασκευασμένη κατά το ατελές ισόδομο σύστημα, από ημιλαξευμένους λίθους από εγχώριο κογχλιάτη σε οριζόντιες στρώσεις και μαρμάρινα spolia σε δεύτερη χρήση. Περισσότερο επιμελημένη είναι η κατασκευή της ανατολικής πλευράς και του τρούλου του ναού, κατά το ισόδομο σύστημα. Η βόρεια και η δυτική όψη μένουν τελείως αδιάρθρωτες, ενώ στην ανατολική, κάτω από το δίλοβο παράθυρο της αψίδας του Ιερού, πώρινος κοσμήτης περιτρέχει όλη την αψίδα. Ο τρούλος του ναού, αν και ραδινός, έχει αυστηρή μορφή, απουσιάζουν στις γωνίες του οι κιονίσκοι του «αθηναϊκού» τύπου και απολήγει σε ευθύγραμμο λοξότμητο λίθινο γείσο.
Η κάλυψη του ναού γινόταν με ημικυλινδρικούς θόλους στα σκέλη του σταυρού και στα γωνιακά διαμερίσματα. Εσωτερικά, λίθινος, λοξότμητος κοσμήτης ορίζει τη γένεση της θολοδομίας. Οι τέσσερις κίονες στήριξης του τρούλου ήταν μονολιθικοί, αρράβδωτοι και στέφονταν οι μεν δυτικοί με ιωνικές βάσεις σε δεύτερη χρήση, ο βορειοανατολικός με επίθημα παραστάδας και ο νοτιοανατολικός με κορινθιακό, κυλινδρικό, δίζωνο κιονόκρανο. Σήμερα στη θέση τους διατηρούνται μόνο οι δύο ανατολικοί κίονες.
Ο ναός ήταν παλαιότερα κατάγραφος. Σπαράγματα τοιχογραφιών διασώζονται και σήμερα στους τοίχους του. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζουν τα σπαράγματα στην αψίδα του Ιερού Βήματος, όπου θα πρέπει να απεικονίζονταν Ιεράρχες σε δύο ζώνες: κάτω ολόσωμοι, συλλειτουργούντες και επάνω σε στηθάρια. Δύο από αυτούς πιθανόν ταυτίζονται με τον Άγιο Αθανάσιο και τον Άγιο Γρηγόριο το Θεολόγο, κάτω από το στηθάριο του οποίου υπάρχει επιγραφή H ΦΡΟΝΗCIC. Στον τρούλο σώζονταν λείψανα του Παντοκράτορα ένθρονου, ενώ στο βόρειο τοίχο του ναού διατηρείται τμηματικά παράσταση του Αγίου Γεωργίου έφιππου. Κατά το πρόσφατο αναστηλωτικό έργο αποκαλύφθηκαν επίσης κατάλοιπα παράστασης Δέησης στον ανατολικό τοίχο, επάνω από το κογχάριο της Πρόθεσης, αφαιρέθηκαν τα νεωτερικά επιχρίσματα των εσωτερικών όψεων και στερεώθηκε το σύνολο του σωζόμενου ζωγραφικού διακόσμου του μνημείου.
Τα τεχνοτροπικά χαρακτηριστικά των διατηρούμενων παραστάσεων συνηγορούν υπέρ μίας χρονολόγησης του τοιχογραφικού διακόσμου στο τέλος του 12ου – αρχές 13ου αι..
Ο σεισμός του 1981 προκάλεσε σοβαρές ρηγματώσεις στο μνημείο, καθώς και μερική κατάρρευση του δυτικού θόλου και του δυτικού τοίχου, και η 1η Εφορεία Βυζαντινών Αρχαιοτήτων προχώρησε σε υποστύλωσή του με μεταλλικές αντηρίδες. Η κατάσταση του ναού επιδεινώθηκε από το σεισμό του 1999, γεγονός που, σε συνδυασμό με την έκθεσή του στις καιρικές συνθήκες, οδήγησε, μετά από περίοδο έντονων βροχοπτώσεων το 2002, στη μερική κατάρρευσή του, μετά την οποία παραμένουν ιστάμενες η ανατολική, η βόρεια και εν μέρει η νότια πλευρά του ναού, ενώ εξ ολοκλήρου έχει καταρρεύσει ο τρούλος και οι δύο δυτικοί κίονες.
Στο πλαίσιο του αναστηλωτικού έργου που υλοποιήθηκε από τη Διεύθυνση Αναστήλωσης Βυζαντινών και Μεταβυζαντινών Μνημείων ολοκληρώθηκαν οι εργασίες στερέωσης των ιστάμενων τμημάτων του ναού για την αντιμετώπιση της ετοιμορροπίας του μνημείου, προκειμένου σε δεύτερη φάση να ακολουθήσει η ανάκτησή του και να αποκατασταθεί στην αρχική του μορφή. Στο πλαίσιο της τεκμηρίωσης της β΄ φάσης αποκατάστασης του ναού, πραγματοποιήθηκε επίσης από την Εφορεία Αρχαιοτήτων Δυτικής Αττικής, το 2019, μικρής έκτασης ανασκαφική έρευνα περιμετρικά του μνημείου, η οποία έφερε στο φως κατάλοιπα νεκροταφείου των χριστιανικών χρόνων, με ενδείξεις επέκτασής του και στον ευρύτερο περιβάλλοντα χώρο, καθώς και λιγοστά κατάλοιπα του πλακόστρωτου δαπέδου του αύλειου χώρου του ναού.
3239